(Δημοσιεύθηκε στο Popular Science/ Καθημερινή στις 06.05.2006)
Το πρόσφατο ζήτημα των υποκλοπών, εκτός από ο,τιδήποτε άλλο, ανέδειξε έντονα την προβληματική σχέση της Ελλάδας με τις νέες τεχνολογίες.
Η αποκωδικοποίηση κάθε συζήτησης, οδηγούσε μονότονα στο ίδιο συμπέρασμα: η Ελλάδα δεν έχει ακόμη κατορθώσει να τοποθετήσει την τεχνολογία στο DNA της.
Η χώρα αντιμετωπίζει την πληροφορική και τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες φοβικά. Η κινητή τηλεφωνία εξαιρείται κυρίως λόγω της πολυετούς εξοικείωσης με τις συσκευές τηλεφώνου και την απλότητα χρήσης τους. Παρ’όλα αυτά, ηλεκτρονικοί υπολογιστές και ιδιαιτέρως το Internet αποτελούν «ξένο σώμα» στην καθημερινότητα των πολιτών. Σήμερα, μόλις ένα 18% των Ελληνικών νοικοκυριών χρησιμοποιεί συχνά το Internet έναντι 44% στην Ευρώπη των 25. Το αντίστοιχο ποσοστό για το γρήγορο («ευρυζωνικό») Internet είναι...1,5%!
Δύο βασικές αιτίες οδήγησαν σε αυτή τη μακροχρόνια προβληματική σχέση.
Η πρώτη αφορά στην προσπάθεια επιτήδειων που αναλαμβάνουν ρόλο «λαϊκού προστάτη», να συνδέουν συστηματικά την τεχνολογία με φοβίες, παραπληροφόρηση και συνομωσίες. Η βαθιά συντηρητική στάση έναντι ο,τιδήποτε καινούργιου, τους προκαλεί αδυναμία διαχωρισμού κακής από καλή χρήση. Στην πραγματικότητα δεν χτυπούν την τεχνολογία, αλλά τις αλλαγές που φέρνει. Αν κατ’ αναλογία συζητούσαμε για τον ηλεκτρισμό τη δεκαετία του ‘20, σίγουρα οι ίδιοι «λαϊκοί προστάτες» θα τον είχαν αποκηρύξει λόγω κάποιας μοιραίας ηλεκτροπληξίας!
Η δεύτερη αιτία, σχετίζεται με το τρόπο που αξιοποιήθηκε η τεχνολογία στη χώρα. Από το 1994 και για μια δεκαετία, η πολιτική για την πληροφορική σχεδιάσθηκε από θιασώτες της μεγάλης μηχανής του κράτους. Βασίσθηκε σε ένα νέο ιδεολογικό μανδύα για το ρόλο των τεχνολογιών, που υπέκρυπτε τεχνηέντως τη βαθιά πολιτική πεποίθηση πώς τίποτα στο κράτος δεν έπρεπε να αλλάξει. Όλα θα τα έλυνε η τεχνολογία αυτόματα, αρκεί να υπήρχαν οι πόροι. Και θα αρκούσε βεβαίως ένα «άθροισμα» έργων πληροφορικής. Όμως, τα περισσότερα από τα 3,5 δισ. ευρώ εθνικών και κοινοτικών πόρων που εισέρευσαν από το 1994 για τις νέες τεχνολογίες, απέδειξαν πώς το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη πόρων!
Κανείς δεν είπε στους πολίτες καθαρά ότι η τεχνολογία από μόνη της δεν αρκεί. Οι διεθνείς μελέτες δείχνουν ότι στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, το 80% των ωφελειών προέρχεται από τις αναδιοργανώσεις που προηγούνται και το 20% από υψηλότερη παραγωγικότητα που φέρνει η πληροφορική. Παρ’ όλα αυτά, στην Ελλάδα η τεχνολογία ήρθε απλά...για να μην διαταράξει τις λειτουργίες του κράτους.
Το αποτέλεσμα;
Έως το 2004, ο ρόλος της τεχνολογίας στην παιδεία μεταφράστηκε σε εργαστήρια υπολογιστών, αποκομμένων από την τάξη. Η πληροφορική έγινε «μάθημα επιλογής», μακριά από τα χέρια των μαθητών στην καθημερινή αναζήτηση γνώσης και πληροφοριών για όλα τα μαθήματά τους. Το κράτος έκανε το «τεχνολογικό χρέος» του, αλλά τίποτα δεν άλλαξε ουσιαστικά για τους μαθητές.
Η εξυπηρέτηση πολιτών και επιχειρήσεων μεταφράστηκε σε όπως-όπως «μηχανοργάνωση» του δημοσίου για το δημόσιο. Αναποτελεσματικές δομές μεταφέρθηκαν σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Οι ξύλινες σφραγίδες έπρεπε να γίνουν ηλεκτρονικές. Σχεδιάστηκαν εσωστρεφώς δεκάδες «ολοκληρωμένα πληροφοριακά συστήματα» χρήσιμα εσωτερικά στις δημόσιες υπηρεσίες, χωρίς όμως ψηφιακές υπηρεσίες με άμεσα οφέλη για τους πολίτες.
Τα δε βραδυπορούντα αντανακλαστικά του κεντρικού σχεδιασμού δεν πρόλαβαν καν να αντιληφθούν τις ταχύτατες εξελίξεις στο Internet και την ευρυζωνικότητα.
Αυτή η προσέγγιση στέρησε από όλους μας πόρους και δυνατότητες. Οδήγησε όμως και στην απαξίωση της τεχνολογίας, πριν καλά-καλά αυτή αποκτήσει αξία! Αναμενόμενη λοιπόν η στρεβλή μας σχέση....
Ωστόσο η κατάσταση αντιστρέφεται. Αντιστρέφεται, αν αντιμετωπίσουμε την τεχνολογία ως βασικό μεταρρυθμιστικό εργαλείο σε ευρεία κλίμακα, σε συνδυασμό με ισχυρή θέληση για αλλαγές για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την ποιότητα της ζωής των πολιτών.
Αντιστρέφεται αν οι στόχοι από την τεχνολογία είναι για πολίτες και όχι για τεχνικούς. Να μετρούμε υπολογιστές στα σχολεία, αλλά κυρίως να μετρούμε πόσο βελτιώθηκαν οι μαθητές χρησιμοποιώντας τους. Να μετρούμε διαθέσιμες ψηφιακές υπηρεσίες, αλλά κυρίως να μετρούμε πόσο χρόνο εξοικονόμησαν οι πολίτες.
Να εγκαταστήσουμε συστήματα στο δημόσιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι πολίτες και επιχειρήσεις ίσως δεν θέλουν ένα «έξυπνο» ή ένα «ηλεκτρονικό» κράτος. Μπορεί απλά να επιθυμούν...λιγότερο και απλούστερο κράτος.
Αυτή η διαφορετική προσέγγιση διαπνέει τη νέα Ψηφιακή Στρατηγική της χώρας για την περίοδο 2006-2013. Το ερώτημα βεβαίως παραμένει. Μπορούμε με αυτόν τον τρόπο να τοποθετήσουμε σύντομα την τεχνολογία στο DNA της Ελλάδας;
Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με βεβαιότητα. Αξίζει όμως να προσπαθήσουμε αυτή τη φορά σωστά...
Αλλιώς ας αποκηρύξουμε την τεχνολογία ως βασικά επικίνδυνη. Και ας ετοιμαστούμε κατόπιν να ξανασυζητήσουμε για τους μεγάλους κινδύνους του ηλεκτρισμού....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου