(γράφτηκε με αφορμή την πρωτοβουλία για το "Σχολείο του Μέλλοντος", των εκπαιδευτηρίων Δούκα. Οι σχετικές εκδήλώσεις πραγματοποιούνται μεταξύ 11-13 Απρίλιου 2008)
Η συζήτηση για το «σχολείο του μέλλοντος» έχει δύο διαφορετικές αφετηρίες. Η πρώτη ανήκει στη μεγαλύτερη γενιά, στους γονείς, στους εκπαιδευτικούς και στον κάθε ενδιαφερόμενο πολίτη. Μέσα από αυτή την οπτική, το σχολείο είναι η γνωστή παράμετρος και το «μέλλον» η άγνωστη. Στα ματιά όμως των νέων, τα πράγματα αντιστρέφονται: το μέλλον είναι ήδη εδώ, είναι γνωστό και η νέα γενιά το ζει καθημερινά μέσω των νέων τεχνολογιών και του Internet. Τι σημαίνει άραγε «σχολείο» σε αυτή την εντελώς διαφορετική πραγματικότητα; Η πρώτη οπτική αναζητά γραμμικές λύσεις για να κάνει μερικά βήματα μπροστά. Η δεύτερη αναζητά ριζικές αλλαγές που ανταποκρίνονται στο καινούργιο. Οι δύο πραγματικότητες συνυπάρχουν και ήδη δημιουργούν ένα αντιφατικό μίγμα…
Την ίδια ώρα που ...φορτώνουμε στις τσάντες των μαθητών κιλά βιβλίων, αυτοί κρατούν στην τσέπη τους ένα μικρό stick μνήμης με όλα τα συγγράμματα, όλων των τάξεων που είναι ήδη ψηφιοποιημένα και στην Ελλάδα. Η αντίφαση μεταξύ παλιού και νέου μέσου.
Την ίδια ώρα που προσπαθούμε να μεταδώσουμε στους μαθητές τη γνώση ακολουθώντας σελίδα-σελίδα ένα και μοναδικό βιβλίο, την ίδια στιγμή ανοίγονται μπροστά τους στο Internet εκατομμύρια σελίδες πληροφορίας, στις ηλεκτρονικές μηχανές αναζήτησης. Η αντίφαση μεταξύ της ελεγχόμενης ροής γνώσης και της δικής τους ανάγκης για καλή ποιότητα πληροφορίας.
Την ώρα που στην τάξη ο κάθε μαθητής δουλεύει μόνος ακόμη και μέσα στο πλήθος των συμμαθητών του, την ίδια ημέρα δικτυώνεται ηλεκτρονικά με εκατοντάδες φίλους συζητώντας για όλα τα θέματα της ζωής που τον κεντρίζουν. Η αντίφαση μεταξύ του απομονωμένου που αποκτά εμπειρίες μόνο από τη διδακτέα ύλη και το δάσκαλο, από τον δικτυωμένο που αξιοποιεί μεταξύ άλλων τη γνώση κάθε ξεχωριστού φίλου.
Οι δύο κόσμοι πρέπει να συγκλίνουν. Ποιος όμως μπορεί να αναζητήσει νέα εκπαιδευτικά πρότυπα, παραγνωρίζοντας τις νέες δυνατότητες που φέρνει η τεχνολογία; Αλλά και ποιος θα μπορέσει να ισχυριστεί ότι η τεχνολογία είναι η «φιλοσοφική λίθος» της εκπαίδευσης που από μόνη της θα λύσει τα προβλήματα; Θα επιλυθούν άραγε τα εκπαιδευτικά ζητήματα, αν γεμίσουμε τις τάξεις με υπολογιστές; Θα έλθει η πρόοδος επειδή θα επιλεγεί η τάδε ή η δείνα λύση λογισμικού; Σε τι θα ωφεληθούμε αν προσεγγίσουμε όλους τους μαθητές σαν εν δυνάμει προγραμματιστές, που θα πρέπει να μάθουν να χειρίζονται μέσα-έξω ένα φορητό υπολογιστή; Το επίκεντρο θα πρέπει να παραμείνει στην ουσία: δηλαδή στην εκπαίδευση και όχι στη χρήση των εργαλείων της.
To «σχολείο του μέλλοντος» οφείλει να αναζητήσει την ισορροπία. Γιατί η ίδια η ροή της γνώσης αλλάζει. Δεν είναι πια μονόδρομη και ελεγχόμενη, αλλά πολύπλευρη και χρειάζεται πια πολύ καλά φίλτρα. Όχι μόνο τεχνολογικά, αλλά και ανθρώπινα.
Η τάξη αλλάζει. Τα αυστηρά τακτοποιημένα θρανία που κοιτούν αποκλειστικά μπροστά, δεν χωρούν τους μαθητές που θέλουν να συνεργάζονται με όλους τους γύρω, τους σημερινούς συμμαθητές και αυριανούς συναδέλφους.
Ο παραδοσιακός στατικός πίνακας αλλάζει. Δεν μπορεί να ακολουθήσει τις ανταγωνιστικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις που έχουν οι νέοι, που έχουν συνηθίσει στη ζωντάνια και στην ταχύτητα της πολύχρωμης οθόνης, των γραφικών παραστάσεων που λένε χίλιες λέξεις και των φορητών νέων τεχνολογικών μέσων.
Ο μαθητής αλλάζει. Δεν είναι πια ένα απρόσωπο μέλος μιας τάξης που θα συγκριθεί με ένα τυποποιημένο διαγώνισμα σε μια προδιαγεγραμμένη ύλη, αλλά είναι ένας ξεχωριστός και μοναδικός άνθρωπος με ιδιαίτερες δημιουργικές δυνάμεις που αναζητούν διέξοδο. Είναι ο αυριανός πολίτης που θα μετρήσει το ύψος της δημιουργίας του όχι μόνο με το συμμαθητή του διπλανού θρανίου ή της παραδίπλα γειτονιάς, αλλά με κάποιον άγνωστο Ευρωπαίο, Ασιάτη ή Αμερικάνο που θα τον ανταγωνιστεί στη ζωή. Και είναι βέβαιο ότι αυτός ο μαθητής, θα αναζητήσει περισσότερα εφόδια …
Η δυναμική μέσα στην τάξη αλλάζει. Η σχέση δασκάλου-μαθητή δείχνει να μην μπορεί πια να βασισθεί στην παραδοσιακή ιεραρχία και στο ποιος κατέχει και διαχειρίζεται τη γνώση, αλλά θέλει να βασισθεί σε μια σχέση εμπιστοσύνης και καθοδήγησης. Η νέα γενιά αναζητά εκπαιδευτικούς που θα δώσουν έμπνευση και θα τους βοηθήσουν να μάθουν τα μυστικά περάσματα της ορθής κρίσης. Δεν αναζητά πια κλειδοκράτορες της γνώσης.
Η σχέση σχολείου-κοινωνίας αλλάζει. Δεν είναι πια ο χώρος που η παλιά γενιά μεταλαμπαδεύει στην καινούργια ό,τι ήξερε μέχρι τώρα κάνοντας το χρέος της. Είναι το σημείο όπου συγκεντρώνονται τα κοφτερά μυαλά και τα λαμπερά μάτια της δημιουργίας και της φρέσκιας οπτικής, τα οποία ήδη σκέφτονται από σήμερα το πώς θα αλλάξουν και πώς θα γκρεμίσουν ό,τι έχτισαν λάθος οι προηγούμενες γενιές. Είναι το σχολείο που θέλει να αλλάξει την κοινωνία στην οποία ανήκει.
Αυτό είναι «το σχολείο του μέλλοντος». Και το κύριο συστατικό του δεν είναι μερικά τεχνολογικά εργαλεία, κάποια αναδιατυπωμένα βιβλία ή κάποιο συγκεκριμένο λογισμικό. Αυτά ίσως βοηθούν αλλά δεν κάνουν τη διαφορά. Το νέο σχολείο θα χτιστεί όταν αποφασίσουμε να ξεκινήσουμε τη συζήτηση όχι από τι ζήσαμε εμείς για να το προεκτείνουμε, αλλά από το τι θα ζήσει και τι θα χρειαστεί η νέα γενιά. Αυτό το σχολείο θα δημιουργηθεί όταν αναρωτηθούμε με ποιο τρόπο θα επιβιώσει ο σημερινός μαθητής και αυριανός πολίτης μετά από 50 χρόνια. Και κυρίως θα πετύχει, όταν μπορέσει να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες της σημερινής νέας γενιάς, γι’ αυτό που εμείς ονομάζουμε μέλλον και εκείνη ονομάζει ήδη παρόν….
Γι’ αυτό το σχολείο του μέλλοντος αξίζει κανείς να προσπαθήσει χωρίς να κρυφτεί πίσω από τους φόβους των γενεών, την ασφάλεια της αδράνειας ή την εύκολη λύση της ατολμίας. Γιατί ακόμη και αν καθυστερήσουμε ώστε ασφαλείς να παρηγορηθούμε, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να κρυφτούμε από αυτούς που μας ακολουθούν.
Και πώς άλλωστε να κρυφτείς απ’ τα παιδιά…;